Φυσιολογική ανάπτυξη του παιδιού 1 – 2 ετών!
Με την είσοδο στον δεύτερο χρόνο της ζωής του παιδιού, και κατά την διάρκεια αυτού του έτους, παρατηρούμε πως αποκτά σταδιακά μεγαλύτερη δεξιοτεχνία στις λεπτές κινήσεις του, ενώ η αδρή κινητικότητα επισφραγίζεται με την κατάκτηση της βάδισης. Η επικοινωνία του εμπλουτίζεται λεκτικά και το συναίσθημά του ταυτίζεται απόλυτα με ότι συμβαίνει στο περιβάλλον του και ότι το αφορά.
Το παιδί αυτής της ηλικίας, περνά σταδιακά από καθιστή σε όρθια στάση και από το «μπουσούλημα» στο «περπάτημα»,ενώ παράλληλα ακόμα και τα χαρακτηριστικά του προσώπου του αρχίζουν να διαφοροποιούνται από αυτά του βρέφους. Από τη στιγμή που το παιδί θα περπατήσει, αρχίζει πλέον να ανήκει στο μεταβρεφικό στάδιο.
Στις κινήσεις των χεριών, παρατηρούμε συμμετοχή και των δύο άκρων σε ένα πλαίσιο «πειραματισμού» του παιδιού με τις δεξιότητές του. Το παιδί επιχειρεί για πρώτη φορά συντονισμένα καινούργιες κινήσεις όπως να τοποθετεί αντικείμενα το ένα πάνω στο άλλο, να στρέφει αντικείμενα, να μουτζουρώνει σε ένα χαρτί, να τοποθετεί εντός ή να θέτει εκτός ενός πλαισίου ή κουτιού ένα αντικείμενο και πολλά άλλα. Λειτουργεί μιμητικά και κάνει ξεκάθαρη την ανάγκη του να αποτυπώσει κινήσεις του περιβάλλοντός του και να προσπαθήσει να τις καταφέρει. Προς το τέλος του δεύτερου έτους, αρχίζει να εμφανίζει προτίμηση στην χρήση ενός εκ των δύο χεριών (πλευρίωση).
Η σχέση του με τα πρόσωπα χαρακτηρίζεται έντονα από την ανάγκη του ν’ ανταλλάξει συναίσθημα, ενώ παραμένει εξαρτητική. Η σχέση του με το χώρο και τα αντικείμενα, χαρακτηρίζεται από μία έντονα περίεργη διάθεση και εκδηλώνεται κινησιολογικά μέσω της ανάγκης του να δει από κοντά, να πιάσει, να περιεργαστεί και τις περισσότερες φορές να γευτεί το αντικείμενο. Το παιχνίδι του είναι εξίσου έντονα δραστήριο, συνεχές και σχεδόν ακούραστο, αλλά είναι εγωκεντρικό. Το παιδί σ’ αυτήν την ηλικία, δεν είναι σε θέση ν’ αντιληφθεί την έννοια της ομάδας και πολύ περισσότερο να ενταχθεί σ’ αυτήν. Για τον λόγο αυτό παρατηρούμε συχνά φαινόμενα αρπαγής του επιθυμητού παιχνιδιού του ενός παιδιού απ’ το άλλο και «επιθετικές» συμπεριφορές, όπως χτυπήματα, δαγκώματα, τραβήγματα κ.α.
Τέλος, η γλώσσα του παιδιού 1 με 2 ετών, είναι μία γλώσσα που εξυπηρετεί τις ανάγκες του παιδιού και τις περισσότερες φορές, δεν εκφέρεται μέχρι την ηλικία των δύο, με την αναμενόμενη καθαρότητα. Το παιδί κατανοεί την γλώσσα των μεγάλων και καταγράφει τα ηχητικά μηνύματα που λαμβάνει, θα δώσει όμως καθαρό και οργανωμένο λόγο, σταδιακά. Μέχρι τότε, ο λόγος του είναι ελλειμματικός, συχνά μονολεκτικός ή και με περισσότερες λέξεις χωρίς την ορθή δομή μιας φράσης. Παρόλα αυτά το παιδί αντιλαμβάνεται πλήρως, αισθάνεται, κατανοεί και γι’ αυτό θα καταφέρει αργά ή γρήγορα ν’ αποδώσει μέσω του λόγου το σύνολο των λέξεων, την σωστή σειρά αυτών και τελικά ένα ξεκάθαρο και σαφές προς εμάς μήνυμα του τι ακριβώς θέλει.
Για την «Άλκηστη» με αγάπη από το my-family.gr
Back to news page